Σιμόν Ντε Μποβουάρ: Γυναίκα δε γεννιέσαι, γίνεσαι…

Βιβλίων Γη

Θα μπορούσε να έχει υπόσταση μια θεωρία που πρεσβεύει την άποψη ότι, ο κάθε άνθρωπος διαμορφώνει τη συμπεριφορά και τη δυναμική σύμφωνα μόνο με την ύπαρξή του; Η συμπεριφορική αυτή μορφή έχει ως προϋπόθεση την απόλυτη κι ελεύθερη δράση του ανθρώπου, μια υπόσταση απολύτως απελευθερωμένη από νόρμες και κοινωνικούς όρους, διαμορφώνει τον άνθρωπο σαν απολύτως υπεύθυνο για την κατάσταση δράσης και αντίδρασης, αυτοκαθοριζόμενο και πλήρως ελεύθερο.

Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Καταδικασμένος, γιατί δεν εδημιούργησε, δεν έπλασε μόνος του τον εαυτό του κι ωστόσο ταυτόχρονα ελεύθερος, γιατί από τη στιγμή που πετάχτηκε στον κόσμο, είναι υπεύθυνος για ό,τι κάνει.

Η άποψη του Ζαν Πολ Σαρτρ, εκείνη του υπαρξισμού σε όλες τις μορφές υπόστασης, αποτέλεσε αρχή και υιοθετήθηκε και από τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, τη σύντροφό του. Δικαίωσε την αποδοχή της μέσα από μία από τις φράσεις που την έχουν κάνει γνωστή κι αποτελεί σύμβολο του φεμινισμού.

Γυναίκα δε γεννιέσαι, γίνεσαι.

Η Σιμόν Λισί Ερνεστίν Μαρί Μπερτράν ντε Μποβουάρ (Simone-Lucie-Ernestine-Marie Bertrand de Beauvoir) γεννήθηκε στις 9 Ιανουαρίου το 1908 και μεγάλωσε στους κόλπους μιας αριστοκρατικής οικογένειας του Παρισιού, με χαρακτηριστικά ξεπεσμένης αίγλης και φθίνουσας λαμπερής υπόστασης. Η εκπαίδευση που έλαβε στα πρώτα της χρόνια ήταν η βασική τής τότε εποχής, ενώ σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Εκεί γνώρισε και επηρεάστηκε από τον παντοτινό της σύντροφο Ζαν Πολ Σαρτρ, έζησαν μια σχέση πάθους και απόλυτης δυαδικότητας -μέχρι σήμερα αποτελούν ένα από τα ιστορικά ζευγάρια της σύγχρονης πραγματικότητας- μια σχέση ελεύθερη από πρότυπα που αφορούν τη συναισθηματική ή ερωτική δέσμευση, αλλά πάντα μαζί.

Η αναζήτησή της γύρω από τη θεωρία του υπαρξισμού άρχισε να γίνεται εμφανής όταν, σε ηλικία 36 χρόνων, το 1944, εξέδωσε το πρώτο της δοκίμιο, Πύρρος και Κινέας. Εκεί πλέον αυτοχαρακτηρίζεται με την άποψη του συντρόφου της και παίρνει αποστάσεις από την ουσιοκρατία, την αντίληψη ότι η σεξουαλικότητα, sexuality, η θρησκευτική ταυτότητα, το κοινωνικό φύλο καθορίζονται από βασικά βιολογικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά του ατόμου. Κατάφερε μέσα από τη δοκιμιακή μορφή των έργων της να διανθίσει και να βρει άλλες παραμέτρους που αφορούσαν τον υπαρξισμό, πάνω σε μια χρόνια προβληματική προσέγγιση που απασχολούσε τους μέχρι τότε υποστηρικτές του, και τον Σαρτρ.

Το Δεύτερο Φύλο είναι αποτέλεσμα των υπαρξιστικών σκέψεων και προβληματισμών που η ίδια πρέσβευε και για αρκετούς θεωρείται η απαρχή του δεύτερου κύματος φεμινισμού, που έκανε την εμφάνισή του μεταπολεμικά. Άλλωστε η Μποβουάρ ανακατεύθυνε τη γενική άποψη περί θηλυκότητας και έθεσε νέες σταθερές ως προς αυτή, πιστεύοντας πως η γυναίκα δε χαρακτηρίζεται θηλυκό από την ώρα που γεννιέται, αλλά άλλοι παράγοντες την καθορίζουν φύσει και θέση. Φυσικά, το Δεύτερο Φύλο μπήκε στη Μαύρη Λίστα για τα γραφόμενα και την ηθική του, πράγμα που δεν πτόησε ποτέ την Μποβουάρ να συνεχίσει να γράφει φεμινιστικά έργα και να παίρνει μέρος σε δράσεις και εκστρατείες που αφορούν τη γυναίκα και τα δικαιώματά της. Το Δεύτερο Φύλλο, μια δεκαετία μετά την έκδοσή του (1949), συνέχισε να αποτελεί τον ύμνο της γυναικείας χειραγώγησης, μάλιστα το Βατικανό, το 1960, το χαρακτήρισε απαγορευμένο βιβλίο, ((Index Librorum Prohibitorum). Μέχρι και σήμερα, ανεξάρτητα από το γεγονός πως οι ανάγκες και οι διαφοροποιήσεις στα γυναικεία θέματα είναι σαφώς προσανατολισμένες προς άλλες κατευθύνσεις, συνεχίζει να αποτελεί τη βίβλο του φεμινιστικού κινήματος.

Βιβλίων Γη

Η Σιμόν Ντε Μποβουάρ έγραψε έργα που ήταν συνυφασμένα με τη ζωή της και όσα βίωσε ή την επηρέασαν. Οι Μανδαρίνοι (1954), γνωστό, πολυδιαβασμένο και διάσημο έργο της, ασχολείται καθαρά με την έννοια του υπαρξισμού που αποτέλεσε αντικείμενο στοχασμού τόσο του συντρόφου της, Σαρτρ, όσο και της ίδιας. Αναφέρεται σε μια ομάδα μανδαρίνων, ενός κοινωνικού συνόλου ελιτίστικης διανόησης που αποφασίζουν να εγκαταλείψουν τη μέχρι τώρα κοινωνική τους θέση και να ασχοληθούν με την πολιτική δράση. Το συγγραφικό της έργο, από τη δεκαετία του 30’ έως και αυτήν του 70’ αποτελεί μια μορφή καταγραφής της σκέψης και των κοινωνικών συνθηκών της εποχής που αφορούν, αλλά και του πολιτισμού και πνευματικού κόσμου της Γαλλίας.

Οι απόψεις και ο γνώμονας πάνω στα οποία έδρασε, έγραψε και έζησε συνοψίζονται σε αρκετές φράσεις που υπάρχουν μέσα στα έργα της και αποτελούν αλήθειες που κάνουν ικανό κάποιον να κατανοήσει τον βίο και τις πεποιθήσεις αυτής της σπουδαίας γυναίκας.

Η αυτογνωσία δεν είναι γνώση, αλλά ένα αφήγημα που έχει ο καθένας για τον εαυτό του.

Ίσως αυτή η φράση να αποτελεί την αλήθεια της ύπαρξής μας και του τρόπου που αντιμετωπίζουμε τους γύρω μας, αλλά και την αλήθεια που υπάρχει πάνω στη Γη.

Σχετικές δημοσιεύσεις