Γράφει η Μαρία Σιταρίδου-Τρουλάκη
Μπορεί η ποίηση να γίνει όπλο και φωνή κατά του ρατσισμού; Μπορεί να εμφυσήσει σεβασμό σε κάθε σωματική ιδιαιτερότητα πνευματική , συναισθηματική, σε κάθε διαφορά γλώσσας, φύλου, φυλής, θρησκείας και χρώματος;

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΕ ΑΝΤΙΡΑΤΣΙΣΤΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ
Στην κοιλάδα με τους ροδώνες, Νίκος Εγγονόπουλος
Αλήθεια -των αδυνάτων αδύνατο ποτές δεν εκατάφερα να καταλάβω αυτά τα όντα που δεν βλέπουνε το τερατώδες κοινό γνώρισμα τ’ ανθρώπου το εφήμερο της παράλογης ζωής του κι ανακαλύπτουνε διαφορές γιομάτοι μίσος διαφορές σε χρώμα δέρματος φυλή θρησκεία
Μόνωση, Νικηφόρου Βρεττάκου
Γεννήθηκα σε μια κορφή που είχε μπροστά μια θάλασσα, που είχε σιμά τον ουρανό κ’ ήταν σα θαύμα ονείρου. Μα όταν η μάνα μου καλά μ’ είδε μες στην αγκάλη της, φοβήθη και με πέταξε στην αγκαλιά του απείρου. Κάμπος νερό δε μού ’δωσε κι άνθρωπος δε με χάιδεψε. Μου ’βαλαν πίκρα στο ψωμί κι αγκάθια στα σκουτιά μου. Κι ενώ τον ήλιο της αυγής και γω να φτάσω πήγαινα, σαν πτώμα πίσω μου βαρύ έσερνα τη σκιά μου. Κανένα πλάσμα στη ζωή κ’ εμένα δε μ’ αγάπησε και τα παιδιά μου βγάζανε την γλώσσα όταν περνούσα. Κρυφή χαρά μ’ απόμενε μέχρι θανάτου ν’ αγαπώ τα πλάσματα του κόσμου. Μα όταν τους άνοιγα κ’ εγώ την αγκαλιά μου, φεύγανε κι ακούμπαγα στα χέρια μου κ’ έκλαιγα μοναχός μου. Σα σκοτεινό μετέωρο που η δίνη το σφεντόνισε μες στ’ άπειρο, πάντα άπειρο μου μένει να διασχίσω; Μέσα σε στρώματα σιωπής θα πλέω νυχτιών ατέλειωτων; (Ρωτούσα: Πότε θα βρεθεί μια γη να σταματήσω;) Μα το ’λεγα τόσο σιγά να μη μ’ ακούσουν γύρω μου. Δεν ήθελα να φταίει κανείς επειδή εγώ πονούσα. Μ’ απόψε, που κατάμαυρη μπροστά μου απλώθη η θάλασσα κι άγρια το ρεύμα επάνω μου φουσκώνει της αβύσσου κ’ έριξα τη στερνή ματιά στο σκοτεινό πλανήτη σου, θα ’θελα, Κύριε, να μου πεις αν είμ’ εγώ παιδί σου.
Ποίημα του Γερμανού ιερέα Martin Niemöller
Όταν οι Ναζί έπαιρναν τους κομμουνιστές σιώπησα, δεν ήμουν δα κομμουνιστής. Όταν φυλάκιζαν τους σοσιαλδημοκράτες σιώπησα, δεν ήμουν δα σοσιαλδημοκράτης. Όταν έπαιρναν τους συνδικαλιστές σιώπησα, δεν ήμουν δα συνδικαλιστής. Όταν έπαιρναν εμένα, δεν είχε μείνει κανείς να διαμαρτυρηθεί.
Γειτονιές του κόσμου, Γιάννης Ρίτσος
Είναι μεγάλος τούτος ο άνεμος είναι πελώριος τούτος ο άνεμος είναι χαρούμενος, χαρούμενος, χαρούμενος, ρίχνει τα τείχη που ύψωσαν ανάμεσα στους λαούς ρίχνει τα τείχη του θανάτου ρίχνει τα τείχη ανάμεσα στο νου και στην καρδιά τα τείχη ανάμεσα σε σένα και σε μένα κι ανοίγει διάπλατα, πάνου απ’ τον κόσμο, του ήλιου παράθυρο. Ακούστε πώς σφυρίζει τούτος ο άνεμος μέσα στις ματωμένες γειτονιές του κόσμου.

Το καπνισμένο τσουκάλι, Γιάννη Ρίτσου
Δίπλα σου αυτός ο ανάπηρος πριν κοιμηθεί βγάζει το πόδι του τ' αφήνει στη γωνιά — ένα κούφιο ξύλινο πόδι — πρέπει να το γεμίσεις όπως γεμίζεις τη γλάστρα με χώμα να φυτέψεις λουλούδια όπως γεμίζει το σκοτάδι με αστέρια όπως γεμίζει λίγο-λίγο η φτώχεια στοχασμό κι αγάπη. Το ’χουμε απόφαση, μια μέρα όλοι οι άνθρωποι να ’χουνε δυο πόδια ένα χαρούμενο γεφύρι από μάτια σε μάτια από καρδιά σε καρδιά. Γι’ αυτό όπου καθήσεις ανάμεσα στα τσουβάλια του καταστρώματος φεύγοντας για την εξορία πίσω απ' τα σίδερα του τμήματος μεταγωγών κοντά στο θάνατο που δε λέει «αύριο» ανάμεσα σε χιλιάδες δεκανίκια από πικρά σακατεμένα χρόνια, εσύ λες «αύριο» και κάθεσαι ήσυχος και βέβαιος όπως κάθεται ένας δίκαιος άνθρωπος αντίκρυ στους ανθρώπους. Ευλογημένη ας είναι η πίκρα μας. Ευλογημένη η αδελφοσύνη μας. Ευλογημένος ο κόσμος που γεννιέται[...]
Οι Εβραίοι, συμφορά για το λαό, Μπέρτολτ Μπρεχτ
Αν, όπως διαλαλούν οι αρχηγοί μας στα μεγάφωνά τους, οι Εβραίοι ευθύνονται για όλες τις κακοτυχίες μας, και δεδομένου ότι οι αρχηγοί μας είναι πάνσοφοι καθώς μας λένε και μας ξαναλένε οι ίδιοι, τότε είναι ολοφάνερο πως οι συμφορές μας που όλο και πληθαίνουν, οφείλονται στο πλήθος των Εβραίων που όλο και λιγοστεύουν. Οι Εβραίοι μονάχα φταίνε που μας δέρνει η πείνα, ενώ οι μεγαλοκτηματίες μας ψοφάνε από τη δουλειά σπέρνοντας και θερίζοντας κι ενώ οι καρχαρίες του Ρουρ δεν τρώνε παρά τα ψίχουλα που πέφτουν απ’ του εργάτη το τραπέζι. Εξ άλλου οι Εβραίοι μονάχα είν’ αιτία που δεν υπάρχει στάρι για ψωμί, μια κι ο στρατός έχει επιτάξει, για γυμνάσια και στρατώνες, κάμπους και πλαγιές όσο μια επαρχία ολόκληρη. Αφού λοιπόν, είναι οι Εβραίοι συμφορά για το λαό μας, είναι εύκολο πολύ, για το λαό, να ξεχωρίσει έναν Εβραίο. Δεν χρειάζεται, γι’ αυτό, να δεις πιστοποιητικά γεννήσεως ούτε εξωτερικά γνωρίσματα —αυτά είναι, πολλές φορές, απατηλά. Φτάνει, μονάχα, να ρωτήσεις: «Είναι ο Δείνα ή ο Τάδε συμφορά για μας;» Αν ναι, τότε είναι σίγουρα Εβραίος. Μια συμφορά δεν τηνε ξεχωρίζεις από της μύτης το σχήμα, μα από τις ζημιές όπου σωριάζει. Οι πράξεις, και όχι οι μύτες, αφανίζουν. Δε χρειάζεται μύτη μακρουλή για να μπορείς να κλέβεις και να δυναστεύεις το λαό. Φτάνει, μονάχα, να ’σαι στέλεχος του καθεστώτος! Άρα: Μια κι ο καθένας ξέρει πώς το καθεστώς είναι η πιο μεγάλη συμφορά για το λαό κι αφού όλες μας οι συμφορές είν’ γέννημα των Εβραίων, θα πει πως και το καθεστώς είν’ των Εβραίων γέννημα. Τι πιο ολοφάνερο —και όπερ έδει δείξα