Γράφει η Νατάσα Μουτούση
Ποικίλει η επιχειρηματολογία που αναπτύσσει ο εκάστοτε αναγνώστης προκειμένου να επιλέξει ένα βιβλίο. Η συγγραφική δεινότητα, η αρτιότητα της δομής, η ιστορική ακρίβεια όπου είναι αναγκαία, το ψυχογράφημα των χαρακτήρων και η επιλογή της κατάλληλης γλώσσας είναι μερικά από στοιχεία που συνηγορούν στη σωστή απόφαση. Η θεματολογία, βασικότατο στοιχείο, είναι επίσης καθαρά υποκειμενική υπόθεση για την επιλογή της ανάγνωσης ενός βιβλίου. Το «Γιαρντίμ» εμπεριέχει όλα αυτά τα συστατικά ενός άρτιου έργου.
Η θεματική που αφορά τα τραγικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά την περίοδο της καταστροφής της πάλαι ποτέ απαστράπτουσας Σμύρνης, το 1922, κινεί πάντα το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού, πολύ περισσότερο αυτή τη χρονιά που συμπληρώνονται τα 100 χρόνια από τότε. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που ανακαλύπτει ο αναγνώστης όμως στο «Γιαρντίμ» είναι ότι πραγματεύεται κυρίως όσα προηγήθηκαν της καταστροφής, τα είκοσι περίπου χρόνια πριν, με κεντρικό άξονα τον άνθρωπο που τα βίωσε.

Η οπτική της σύλληψης της ιδέας και της ολοκλήρωσης του δύσκολου εγχειρήματος της συγγραφής του «Γιαρντίμ» διακρίνεται γι’ αυτήν την ειδοποιό διαφορά. Τα εκφραστικά μέσα που διαθέτει το «οπλοστάσιο» του δημιουργού συντελούν στην επίτευξη του στόχου που κερδίζει σε όλα τα σημεία. Επιλέγει να εστιάσει στην ανθρωποκεντρική μυθοπλασία, η οποία μπλέκεται αρμονικά με την αλήθεια. Οι ήρωές του, με γνήσια την ανθρώπινη υπόσταση, δεν είναι «υπερήρωες», αλλά απλοί άνθρωποι με τα ελαττώματα και τα προτερήματά τους που πασχίζουν να αντεπεξέλθουν στις συνθήκες που διαμορφώνονται. Οριοθετεί ο Χ. Ναούμ την ιστορία από το 1885,τη φωτίζει ζωηρά και την περικλείει σε ένα ιστορικό πλαίσιο, λίγο «αχνό», που σκόπιμα, δε «φλυαρεί» με ιστορικές λεπτομέρειες. Συλλέγει ψηφίδες ανθρώπων με διαφορετικά χαρακτηριστικά φυλής, θρησκείας, κοινωνικής τάξης και μόρφωσης και τα συναρμολογεί σε ένα πολύχρωμο ψηφιδωτό, το οποίο λειτουργεί και ως εγκυκλοπαιδική πληροφόρηση.
Με μία γοργή και πυκνή αφηγηματική ροή ξετυλίγεται μία ευρηματική μυθιστορία, η οποία προσπαθεί να ισορροπήσει στο τεντωμένο σχοινί που έχει απλώσει η ζωή συνεπικουρούμενη από τη θρησκεία. Η θρησκεία είναι ο ρυθμιστής της. Το Κισμέτ έχει τον δικό του διακριτό ρόλο.
Οικογενειακά βιώματα του συγγραφέα, καταγεγραμμένα στο υποσυνείδητο, αναζητούν διέξοδο που μόνο η γραφή μπορεί να ελευθερώσει αποτελεσματικά. Η κορύφωση της ιστορίας παίρνει τη μορφή της φλόγας και γίνεται πυρκαγιά.«Γιαρντίμ» σημαίνει βοήθεια και είναι η έκρηξη που συντελείται. Ο βασικός κορμός της ιστορίας χωρίζεται σε δύο «κλώνους». Δύο είναι οι οικογένειες των Ρωμιών, παραδοσιακές μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής, που ο συγγραφέας τοποθετεί τον αναγνώστη να παρακολουθεί τις ζωές τους. Ενσωματώνει τον αναγνώστη ακριβώς στην ατμόσφαιρα που έχει δημιουργήσει και τον αφήνει ελεύθερο να βλέπει, να ακούει και να αισθανθεί τα «ηλεκτρισμένα» συναισθήματα που ορίζονται από το θυμικό.

Η οικογένεια της δραστήριας και δυναμικής χήρας Σόφαινας βρίσκεται στη Σμύρνη, στο αρχοντικό. Η μεγάλη της κόρη ,η Λέλα, φιλάρεσκη, πεισματάρα και ατίθαση, χωρίς πολλή σκέψη παντρεύεται τον Βασιλάκη Ιντζέογλου, γραμματέα Β’ τάξης του Προξενείου. Ο Βασιλάκης, καλοπροαίρετος, καλοδιάθετος και υπομονετικός αποδέχεται την ανήσυχη και ελεύθερη φύση της γυναίκας του, η οποία τριγυρνά μεταμφιεσμένη διασκεδάζοντας με την αγαπημένη της φίλη, τη Ριρίκα. Η μικρότερη κόρη της οικογένειας της Σόφαινας, η Κακουλή, καλόβολη και πειθαρχημένη, παντρεύεται τον Γεωργανάκη Βάζο από τα Βουρλά, προνομιούχο έμπορο, και μετακομίζει στο δικό τους αρχοντικό να συγκατοικήσει με τα πεθερικά πρώτα και μόνο την Βάζαινα κατόπιν.
Η Αγγελικώ, ένα δεκαεξάχρονο ορφανό κορίτσι ,καταλήγει στο πορνείο της Ιταλικής καταγωγής Αλόισκα, η οποία την εξουσιάζει και την προφυλάσσει «ανέγγιχτη» προσμένοντας την καλύτερη προσφορά από πελάτη. Ο Παρασκευάς Βάζος, ο δάσκαλος, αδελφός του Γεωργανάκη, είναι εκείνος που την ερωτεύεται τρελά και την κλέβει.
Η εξιστόρηση γίνεται απολαυστική και συμπληρώνεται με πολλά άλλα πρόσωπα που υποδύονται δορυφορικούς ρόλους, όπως ο ανεκδιήγητος εκπρόσωπος του Θεού στη Γη, ο παπά – Θεόφιλος, ο σπουδαγμένος στο Παρίσι γιατρός Κερίμ Καρτάλ, ο μεγάλος έρωτας της Λέλας.«Όταν οι ψυχές ανοίγονται στον έρωτα, τα λόγια περιττεύουν». Η γριά Χουσνού κρύβεται κυνηγημένη σαν ξωτικό για ένα φονικό που έχει διαπράξει και που, για εκείνη, «μόνο το κισμέτ ευθύνεται». Ο θετός γιος της ο Μετίν Μπέης πορεύεται αδελφικά με ένα Ρωμιό, αλλά η χήρα Γιλντίζ ασκεί επιρροή επάνω του.
Τούρκοι, Ρωμιοί και Λεβαντίνοι είναι μερικοί από τους κατοίκους της Ιωνίας Γης όπου «Η μοίρα, μία μαντηλοδεμένη γριά, ύφαινε τις τύχες όλων. Υπολόγιζε πότε να βάλει το μαύρο νήμα, πότε το άσπρο».
Η κινητήριος δύναμη του Χρήστου Ναούμ, η πένα του, αξιοποιεί τις τεχνικές που κατέχει τόσο στην εντυπωσιακή πλοκή, όσο και στη χρήση του καλοδουλεμένο γλωσσικού ιδιώματος, με το επιμύθιο στο τέλος κάθε κεφαλαίου. Με σεβασμό, ευαισθησία, τρυφερότητα, αλλά και χιούμορ, αφηγείται υπέροχα μία ιστορία αφιερωμένη στην αγαπημένη του γιαγιά, πρόσφυγα από τη Μικρά Ασία, και της αφιερώνει τιμητικά το βιβλίο ενθυμούμενος τα τελευταία της λόγια.

Μετά την ήττα, ανώφελα θρηνείς. Να διδάσκεσαι απ’ αυτήν και να επιστρέφεις στην ιστορία σου. Χώνεψε τη γνώση που σου έδωκε και φύλαξ’ την βαθιά στην καρδιά σου, γιέ μου.