Γράφει η Σοφία Σιγάλα
Με ένα λογοτεχνικό εύρημα διαφορετικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον δομεί η Άννα Γαλανού το πρώτο μέρος της διλογίας της, Άλλη Θάλασσα Εκεί, κάνοντας την αρχή από τον τίτλο που της δίνει· μιας θάλασσας, που έχει αφηρημένη έννοια προσδιορισμού, με το «εκεί», και μιας επιτυχημένης αμφίσημης ερμηνείας. Η θάλασσα είναι τόπος ή και η ανθρώπινη ψυχή που καθορίζει πράξεις και συναισθήματα, χαρακτήρες και συμπεριφορές. Ο ποιητής της θάλασσας και των λιμανιών του κόσμου, ο Νίκος Καββαδίας, κατέχει ρόλο πρωταγωνιστικό, μέσα από το στοιχείο της επιστολικής γραφής στο νέο της μυθιστόρημα. Η πορεία και η εξέλιξη του είναι μια ευθεία χρονική, που προφανώς στο δεύτερο και τελευταίο μέρος του, θα ανακαλύψει ο αναγνώστης τη μορφή που θα έχει ο τερματισμός της.

Χρονικά οριοθετείται στη δεκαετία του 50′, με μικρές αναφορές στην περίοδο της Κατοχής, για να δώσει ερμηνεία στη θέση και τη φύση των ηρώων της, ενώ χρησιμοποιεί την τεχνική της προϊστορίας για να τοποθετήσει στο παρόν τα πρόσωπα του έργου και έτσι τους δίνει τη δραματικότητα και την έννοια μιας υπόστασης που χρειάζεται εξιλέωση και κατανόηση. Η μεταπολεμική εποχή παίρνει χαρακτήρα και μορφή οικειότητας με τον αναγνώστη, μέσα από τις εικόνες που έχει από τις παλιές ασπρόμαυρες ταινίες. Γυναίκες όμορφες, μιας άλλης εποχής, δρόμοι της Αθήνας με νοσταλγικές περιγραφές, θεατρικές σκηνές με τα ιερά τέρατα της υποκριτικής να χτίζουν μύθους, μπουλούκια στην εγκαταλελειμμένη και φτωχή επαρχία, η Ωραία των Αθηνών, η Γενοβέφα, το Zonar’ s , η Κυψέλη και η Ερμού, πλούσιοι και φτωχοί που προσπαθούν να βρουν θέση και αλληλεπίδραση. Μια εποχή λεηλατημένη από τον πόλεμο, που αρχίζει να ονειρεύεται και να ελπίζει, να ανασαίνει και να βαρυγκωμάει, να αναζητάει και να συνειδητοποιεί.
Ο Διονύσης Μαλτέζος είναι ο ήρωας που κουβαλάει μαζί του μια αγάπη παιδική σαν βάρος ή σαν λάθος που ορίζει την καρδιά του. Σε μια συγκυρία και δραματική εξέλιξη της ζωής του γνωρίζει τον Νίκο Καββαδία, στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, που γίνεται ο μέντορας και φίλος του, η φωνή της ψυχής και του μυαλού του, της λογικής και των συναισθημάτων του. Η Κατερίνα Ζάνα είναι ο πόθος του και το ατελέσφορο όνειρό του. Η γυναίκα που καταδιώκει τη ζωή του και της δίνει νόημα. Ένα κορίτσι που στα όνειρά του φαίνεται ιδανικό, αλλά στην πραγματικότητα είναι το ψέμα του και η μεγάλη του πληγή. Εγωπαθές και σκληρό, ματαιόδοξο και κενό. Θα ρυθμίζει και θα επηρεάζει τη συμπεριφορά του και τον τρόπο που αντιμετωπίζει τη ζωή, τα συναισθήματα και τις πράξεις του. Η Βάλια Κριεζή ή Βασιλική Τανάγρη είναι η μεγαλύτερη ηθοποιός της Ελλάδας, με σκοτεινό παρελθόν, με όνειρα που τα πραγματοποιεί μόνη της, μεθοδικά, με μυστικά που ακολουθούν τη ζωή της, με σκοπό και δύναμη, που εμφανίζεται στη ζωή του Διονύση και λειτουργεί ως καταλύτης στην εξέλιξη της ιστορίας.

Πώς μια ιστορία απλή, που αφορά ένα ερωτικό τρίγωνο, και θα μπορούσε να είναι μια κλασική ελληνική ταινία εποχής, γίνεται λογοτεχνικό έργο με προεκτάσεις και ψυχογραφική ερμηνεία; Πώς αποκτά βάθος και αναλυτική προσέγγιση; Η συγγραφέας, επηρεασμένη και με συγγραφική εμπειρία, καταφέρνει να δημιουργήσει ήρωες ρεαλιστικούς με την απόκοσμη αίσθηση των ποιημάτων του Νίκου Καββαδία. Τους δίνει χαρακτήρα που προσομοιάζει με τη μελαγχολία, τη μοναξιά, την αγόγγυστη μοίρα, τη σκοτεινιά και το μυστήριο του ποιητή της θάλασσας. Καταφέρνει να μεταφέρει σε πεζό λόγο τις γυναίκες που αγάπησε ο ποιητής, που τον βασάνισαν και έγιναν μύθοι, αγάπες, έρωτες, απωθημένα και συντροφιά της μοναχικής του ζωής. «Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία», Βάλια, Βασιλική, Κατερίνα. «Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι», η ιστορία της γυναίκας και ο τρόπος που όρισε την ανδρική φύση το προαιώνιο θηλυκό. Ο ήρωας του «Άλλη θάλασσα εκεί», μέσα από τις πράξεις του και την ανταλλαγή επιστολών με τον Νίκο Καββαδία, προσδιορίζει την εξομολογητική και περιγραφική έννοια των ποιημάτων του. Πέφτει θύμα σε ένα σοκάκι στην Αλεξάνδρεια, ζει τη ζωή σε ένα καράβι αρόδου, ερωτεύεται και αναπολεί, εξελίσσεται μέσα από τις ψυχικές διακυμάνσεις του, μια γυναίκα γίνεται όνειρο και εφιάλτης του. Προσπαθεί να μπαρκάρει για να λυτρωθεί. Ο Διονύσης Μαλτέζος είναι διττός και αμφίσημος. Η αλληλογραφία του με τον ποιητή δείχνει να είναι ένας εσωτερικός διάλογος με το εγώ του -τα γράμματα πάντα απαντούν στον παραλήπτη σύμφωνα με αυτό που του έχει συμβεί- θα μπορούσαν, όμως, να είναι και η προσωπική αναλυτική ματιά του Νίκου Καββαδία σχετικά με την ποίηση που γράφει.

Αν, τελικά, κάποιος προσπαθούσε να κάνει σε πεζή μορφή το έμμετρο πόνημά του, θα δημιουργούσε μια ιστορία σαν του μυθιστορήματος. Με γυναίκες θάλασσες, με φίλτρα ερωτικά που μαγεύουν και δε λυτρώνουν, με μοναξιά, μελαγχολία, ιστορίες ανθρώπων που ενώνονται και φεύγουν για ταξίδια στη σκέψη και στα όνειρα, με δείκτη τον ατέρμονο αγώνα της ψυχής, με ήρωες που ζουν αρόδου και περιμένουν να βγουν σε θάλασσες άγνωστες ή σε λιμάνια ασφάλειας και εξερεύνησης. Κρατούν ένα μαχαίρι που μπορεί να στρέψουν στον εαυτό τους, ό, τι αγαπούν αρνιούνται για ένα γλυκό χείλι, Το πρώτο μέρος της διλογίας είναι σαν το «Τραβέρσο». Έχει ταχύτητα μειωμένη και δέχεται τα κύματα και τον άνεμο από τα πλάγια, αφήνει τους ήρωες να ταξιδεύουν σε αναμονή, με μια απαντοχή, περιμένοντας σε ένα «Πούσι» νυχτερινό, με μυστικά και ανομολόγητες ιστορίες να φανερωθούν μεσοπέλαγα, όταν δε θα υπάρχει τρόπος να αποδράσει κανείς από τις αλήθειες που θα αποκαλυφθούν.
Σε αναμονή…