Γράφει η Μαρία Σιταρίδου-Τρουλάκη
Το «Σιντάρτα» (Siddhartha), του Νομπελίστα Γερμανού συγγραφέα Έρμαν Έσσε (Hermann Hesse), είναι ένα μικρό μυθιστόρημα που εξιστορεί το πνευματικό ταξίδι του νεαρού Βραχμάνου Σιντάρτα και του φίλου του Γκοβίντα μέχρι την κατάκτηση του Νιρβάνα, καθώς είναι εμπνευσμένο από τον Βουδισμό και τον Ινδουισμό. Είχε προηγηθεί ένα ταξίδι του συγγραφέα στην Ινδία, όπου γοητεύτηκε από τον μυστικισμό της Ανατολής. Το βιβλίο γράφτηκε στα γερμανικά το 1920, μεταφράστηκε στα αγγλικά το 1950 και έγινε εξαιρετικά επιδραστικό στη δεκαετία του 1960, φλογίζοντας το ανήσυχο πνεύμα όλης εκείνης της γενιάς με τη σοφία του. Στην Ελλάδα πρωτοεκδόθηκε το 1974 από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Το μυθιστόρημα αφηγείται τη μακροχρόνια αναζήτηση της «εσωτερικής φώτισης» ενός νεαρού Ινδού, του Σιντάρτα, ο οποίος ζει στην αρχαία Ινδία, πριν από τη γέννηση του Χριστού, την ίδια εποχή που εμφανίζεται και διδάσκει ο Βούδας. Έφηβος ακόμη ο Σιντάρτα συνειδητοποιεί ότι δεν επιθυμεί να έχει δάσκαλο για τη διαφώτισή του κι εγκαταλείπει τον Βραχμάνο πατέρα του και την αυστηρή, τιμωρητική διδασκαλία του Βράχμαν, για να αναζητήσει την αυτογνωσία δίπλα στους ασκητικούς, περιπλανώμενους «Σαμάνους» ιερείς.
Ζει μέσα στη στέρηση, ακολουθώντας πιστά τις τρεις βασικές διδαχές, Σκέψη-Υπομονή-Νηστεία, ακυρώνοντας εντελώς τον κόσμο των αισθήσεων. Σύντομα ανακαλύπτει ότι και πάλι αδυνατεί να προσεγγίσει την «εσωτερική πλήρωση» και τους εγκαταλείπει. Αποφασίζει ότι, αντί να εκμηδενίζει τον εαυτό του μέσω του πόνου και των διδασκαλιών, θα στραφεί μέσα του, θα αφουγκραστεί το εσώτερο Εγώ του και θα μάθει από τον ίδιο του τον εαυτό.
Ο Σιντάρτα αισθάνεται ότι αρχίζει να επιστρέφει στον πραγματικό κόσμο μετά από αυτό και να τον βλέπει με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Εκεί που συνήθιζε να βλέπει τον κόσμο ως εμπόδιο στην πορεία της αυτογνωσίας, τώρα βλέπει την αξία που κρύβεται στο πώς αντιλαμβάνεται κάποιος τον κόσμο με τις αισθήσεις του.
Μαζί με τον αγαπημένο φίλο του Γκοβίντα, ταξιδεύουν σε μια κοντινή περιοχή, για να συναντήσουν τον Βούδα και να ακούσουν το κήρυγμά του. Ο Γκοβίντα πείθεται και αποφασίζει να γίνει μαθητής του, ενώ ο Σιντάρτα επιλέγει να συνεχίσει την εσωτερική αναζήτηση μόνος, καθώς πιστεύει ότι η σοφία δεν μπορεί να μεταδοθεί. Δεν ακολουθεί ως μαθητής τον Βούδα, δέχεται όμως και ακολουθεί τις διδαχές του. Αντιλαμβάνεται ότι η σοφία που προσπαθεί να μεταδώσει ένας σοφός άνθρωπος ακούγεται πάντα σαν ανοησία σε κάποιον άλλο, αφού προκύπτει από προσωπική εμπειρία ζωής. Η γνώση μπορεί να μεταδοθεί, αλλά όχι η σοφία. Ακόμη και ο πιο χαρισματικός δάσκαλος μπορεί να βρει το Νιρβάνα, να το ζήσει, να κάνει θαύματα μέσα από αυτό, αλλά δεν μπορεί να αποδώσει στους άλλους τη στιγμή που κέρδισε το «φως» και να το διδάξει.

Με τις σκέψεις αυτές ταξιδεύει μόνος του και στην όχθη ενός ποταμού συναντά τον σοφό, ευγενικό πορθμέα Βασουντέβα που τον περνάει απέναντι. Συνεχίζει με κατεύθυνση την πόλη, όπου την πρώτη κιόλας μέρα γνωρίζει μια όμορφη εταίρα, την Καμάλα, και οι δυο τους ξεκινούν μια σχέση πνευματική και ερωτική. Ο Σιντάρτα βρίσκει δουλειά σε έναν έμπορο και περνώντας τα χρόνια γίνεται πλούσιος. Ωστόσο, μετά από χρόνια απογοητεύεται από τη ζωή του, που έχει γίνει απόλυτα ηδονιστική, καθώς ο ίδιος έχει πέσει στην παγίδα της απληστίας και των υλικών αγαθών και απολαύσεων. Η περιουσία, τα αποκτήματα και τα πλούτη τον έχουν παγιδεύσει· δεν είναι πια ασήμαντα για εκείνον όπως παλιά, αλλά έχουν γίνει δυσβάσταχτο βάρος και δεσμά. Προβληματίζεται πώς, ενώ έχει περάσει όλη του τη ζωή προσπαθώντας να βρει τον δρόμο προς την ευτυχία, παγιδεύτηκε από απλά, υλικά πράγματα όπως τα χρήματα.
Αποφασίζει και εγκαταλείπει τα πάντα στην πόλη, χωρίς καμία προειδοποίηση, και συναντιέται ξανά με τον γέρο πορθμέα στο ποτάμι. Ο Βασουντέβα είναι το πιο φωτισμένο πρόσωπο της ιστορίας του Έσσε. Το μυστικό του κρύβεται στο ότι δε ζει κοσμικά, όπως οι άνθρωποι στις πόλεις, αλλά αναζητά τη φώτιση ακούγοντας τη φωνή του ποταμού και των ανθρώπων που μεταφέρει καθημερινά απέναντι. Όταν ο Σιντάρτα μένει με τον Βασουντέβα και αρχίζει να κοιτάζει τη ζωή από την ίδια «οπτική» γωνία, τότε κάνει το πρώτο αληθινό βήμα προς την κατανόηση, ότι η εσωτερική «φώτιση» δεν είναι ένας προορισμός αλλά ολόκληρο το ταξίδι της ζωής, πάντα, όμως, σε αρμονία με τη φύση.
Ο Σιντάρτα σιγά σιγά εξομοιώνεται πνευματικά με τον γέροντα πορθμέα μέχρι που μια μέρα η Καμάλα τον βρίσκει τυχαία και τον ενημερώνει ότι το νεαρό αγόρι που έχει μαζί της είναι ο γιος του. Η Kαμάλα μετά από λίγο πεθαίνει και ο Σιντάρτα αναλαμβάνει να μεγαλώσει τον γιο του. Αλλά, όταν το αγόρι αντιδρά και δραπετεύει πίσω στην πόλη, ο Σιντάρτα συνειδητοποιεί ότι πρέπει να αφήσει το αγόρι να ζήσει τη δική του ζωή, όσο κι αν αυτό τον θλίβει. Μήπως έτσι δεν είχε εγκαταλείψει και ο ίδιος τον πατέρα του;

Όσο περισσότερο ο Σιντάρτα αντιλαμβάνεται και εκτιμά την κυκλική κίνηση της ζωής, όντας πατέρας πλέον, τόσο καταλαβαίνει ότι η ζωή της σοφίας και της αλήθειας διατρέχει το κέντρο όλου του κόσμου και προκύπτει μέσα από τη δυσκολία, την ανέχεια και την ταπείνωση. Πρέπει τώρα να βγει από την πιο σκοτεινή στιγμή της θλίψης του και να ξεκινήσει από την αρχή. Εξάλλου, δεν ξεκινά πραγματικά από την αρχή, αφού έχει μάθει κάτι από κάθε προηγούμενη εμπειρία στη ζωή του που τον οδήγησε ως εδώ. Είναι μια όμορφη υπενθύμιση ότι τίποτα δεν πάει χαμένο, για οτιδήποτε μας συμβαίνει, και ότι δεν υπάρχει στη ζωή κίνηση προς τα πίσω, πάρα μόνο μπροστά. Για να επιτύχει το Νιρβάνα, ο Σιντάρτα πρέπει για άλλη μια φορά να ανακτήσει την αθωότητά του, να γίνει και πάλι άνθρωπος-παιδί, αφού οι άνθρωποι-παιδιά έχουν την ικανότητα να αγαπούν άδολα. Μέσα από αυτή τη συνειδητοποίηση πετυχαίνει τη φώτιση και ζει το υπόλοιπο της ζωής του ως σοφός.
Το βιβλίο αυτό μπορεί να έχει διαφορετική ανάγνωση από τον κάθε αναγνώστη. Το πιο δυνατό του και αδιαμφισβήτητο μήνυμα, όμως, είναι ότι δεν υπάρχουν λάθος μονοπάτια στη ζωή, και όλα με τον τρόπο τους διαμορφώνουν το σήμερα, καθώς και ότι η ικανοποίηση και η ευδαιμονία δεν είναι σταθερές στη ζωή και στην ύπαρξη. Πάντα θα συμβαίνουν αλλαγές και απροσδόκητα γεγονότα. Το πιο σημαντικό είναι να αξιοποιούμε στο έπακρο αυτό που έχουμε, όταν το έχουμε, και μετά να προσαρμοζόμαστε όπως απαιτεί η κάθε νέα περίσταση που προκύπτει.
Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που χαρίζει στον αναγνώστη την απόλαυση να παρακολουθεί την οδυνηρή πορεία του ήρωα μέσα από γεγονότα, δράσεις και στοχασμό προς την πνευματική ολοκλήρωση και την ανακάλυψη του εσωτερικού φωτός, το δικό του Νιρβάνα. Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει μία εξαιρετική ανάλυση της προσωπικότητάς του συγγραφέα και του έργου του από την μεταφράστρια Μαρία Παξινού, καθώς και η αναλυτική εργογραφία του.
Το «Σιντάρτα» είναι ένα χαριτωμένο παραμύθι σοφίας που πρέπει να διαβάσουν όλοι τουλάχιστον μία φορά.