Γράφει η Νατάσα Μουτούση
Με κορυφαία συγγραφική παρουσία στον χώρο της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας, ο Ισίδωρος Ζουργός διοχετεύει το λογοτεχνικό του χάρισμα και σε αυτό το έργο, όπου δημιουργείται ένα δυνατό ενεργειακό πεδίο με ανεξίτηλη την σφραγίδα του. Ο διπλός στόχος της συγγραφής μιας απολαυστικής μυθιστορίας και της τροφοδότησης με γνώση που εντάσσεται σε αυτή στέφεται με επιτυχία. Μέσα από την ευρηματική ιστορία γίνεται η πληροφόρηση για την εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης, όσο και για την εμφάνιση επιστημόνων από διαφόρους κλάδους στο συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο χωρίς να αναλίσκεται σε περιττές λεπτομέρειες.
Ο αναγνώστης παρακολουθεί σκηνές από την πολυκύμαντη ζωή του βασικού ήρωα, οι οποίες αναπτύσσονται το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα. Διαδέχονται η μία την άλλη με κινηματογραφική ταχύτητα καταγράφοντας τη περιπλάνησή του από τη δυτική άκρη στην ανατολική της Respublica Christiana,της σημερινής Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Ο Ισίδωρος Ζουργός χρησιμοποιεί με απόλυτη κυριαρχία ένα ευέλικτο λεξιλόγιο και το προσαρμόζει σε μία γλώσσα μαγική, πλούσια περιγραφική, ενταγμένη πλήρως στο κείμενο, με ουσιώδεις, ατμοσφαιρικούς διαλόγους.
«Λόγια σ’ αυτό τρέχουν σαν τα καθαρόαιμα άλογα και καλπάζουν», γράφει σε κάποιο σημείο, αντιπροσωπευτικό της ροής της γραφής του με τα ελκυστικά σχήματα λόγου.
Ο Ματίας Αλμοσίνο είναι ένα επινοημένο πρόσωπο, ένας μυθιστορηματικός ήρωας, που θα μπορούσε κάλλιστα να έχει υπάρξει.
Περιγράφεται ως μικρόσωμος που στερείται φυσικής ομορφιάς, τον οποίον όμως η ίδια η φύση πριμοδοτεί με εσωτερική δύναμη, δίψα για μάθηση και ό,τι αυτό συνεπάγεται για μία πνευματική εξέλιξη.
Γεννιέται στη Βασιλεία της Ελβετίας στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα από γονείς Μαράνους, κρυπτοεβραίους από την Ισπανία. Στην ηλικία μόλις των δέκα ετών ακολουθεί τον πατέρα του Τομπίας και τον δίδυμο αδελφό του πατέρα του, τον Ισαάκ, οι οποίοι εγκαταλείπουν την Ελβετία με ένα καραβάνι ομοθρήσκων τους με κατεύθυνση προς τη Βενετία, όπου κτυπάει ο παλμός του νέου κόσμου. Εμπορευόμενοι διάφορα είδη, διασχίζουν τις δυσχερείς και επικίνδυνες διαβάσεις των Άλπεων κάτω από αντίξοες συνθήκες σε μία εποχή όπου η μετακίνηση των ταξιδιωτών ελλοχεύει κινδύνους με συνέπεια τις απώλειες. Τα ερεθίσματα που λαμβάνει ο Ματίας τροφοδοτούν την ενηλικίωση του, που φαίνεται αναγκαστικά να επισπεύδεται και να συμβαδίζει μεταφορικά με την ανάβαση στα αφιλόξενα βουνά.

Ο Ισαάκ έχει αντιληφθεί την ευφυΐα του Ματίας και η φιλοδοξία για το μέλλον του τον κάνει να επινοεί μεγαλεπήβολα σχέδια για εκείνον. Στη Θεσσαλονίκη, τη Σελανίκ, την πόλη με τα πολλά πρόσωπα, τους διαφορετικούς λαούς και την ποικιλία σε γλώσσες και θρησκείες, θα γίνει η συνάντηση με τον Έλληνα μεγαλέμπορο σιορ Παναγιωτάκη Μελισσηνό.
Ο Ματίας ξεροκατάπιε. Τα ελληνικά τού φαίνονταν σαν σκληρή κόρα ψωμιού που δύσκολα γλιστρούσε απ’ τον οισοφάγο.
Η γνωριμία με τον Μελισσηνό ανοίγει νέους ορίζοντες στη ζωή του Ματίας με σπουδές στην Ιατρική σχολή της Πάντοβα, όπου ρουφάει λαίμαργα τη μάθηση, ώστε οι γνώσεις, σε συνδυασμό με τη σεμνοτυφία και την ιδιοφυΐα του, του δίνουν το εναρκτήριο λάκτισμα για επαγγελματική καταξίωση.
Άλλοι νιώθουν τον χρόνο που περνά από την εναλλαγή των εποχών, εγώ από τις σελίδες των βιβλίων μου που κιτρινίζουν.
Η σχέση του με τον καθηγητή του Τομάζο Σκαντιέρι είναι μία φιλική σχέση ζωής με τις φιλοσοφικές αναζητήσεις τους σε διαλόγους, δια ζώσης ή δια αλληλογραφίας, να δημιουργούν την ατμόσφαιρα της στιγμής σκιαγραφώντας τους χαρακτήρες τους. Προσλαμβάνεται ως ιατρός του Δούκα στη Βενετία, αλλά ανακόπτεται όταν ο σιορ Δημήτρης ασθενεί βαριά και αντιλαμβάνεται ότι πλησιάζει η αναχώρησή του στο επέκεινα. Ζητά από τον Ματίας να τον συνοδεύσει στο τελευταίο του ταξίδι, στον τόπο καταγωγής του το Τζάντε, το νησί του Λεβάντε. Δεύτερη φορά ορφανός, ο Ματίας, επιστρέφει έχοντας να διαχειριστεί επιπλέον και την αχάριστη πράξη του ευεργετηθέντος έμπιστου του, του Αγκοστίνο. Γράφει απογοητευμένος στον καθηγητή του:

Ξεγελάστηκα άλλη μία φορά, γιατί οι άνθρωποι, ξέρεις, δεν είναι σαν τις αρρώστιες, που δείχνουν τα σημάδια, κι εσύ, αφού σπάσεις το κεφάλι σου, κάποια στιγμή βρίσκεις τη θεραπεία που πρέπει. Τελικά, Τομάζο, πιο δύσκολο είναι να ερμηνεύεις τον πλησίον σου απ’ το να είσαι μέντικος
Βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη όπου παραμένει έντεκα ολόκληρα χρόνια προσφέροντας τις υπηρεσίες του με ευγένεια, ευαισθησία και με έναν αφιλοκερδή ενθουσιασμό. Πολυμαθής και πολύγλωσσος δεν έλκεται από τον υλικό πλούτο, αλλά από τη γνώση και την εξέλιξη της επιστήμης του. Μελετάει αδιάκοπα εκτός της ιατρικής και φαρμακολογίας, την αγαπημένη του ποίηση του Τζων Μίλτον, καθώς και πολλούς ευρωπαίους φιλοσόφους, νομικούς και αστροφυσικούς ακόμα. Συναναστρέφεται γνωστές προσωπικότητες που έχουν υπάρξει και έχουν διαμορφώσει το μέλλον του κόσμου σε πολλούς τομείς.
Η μοίρα θα τον φέρει πίσω στη Σελανίκ για να καταλήξει λίγο αργότερα με τη Μολδαβή σύζυγο, την Όλγα, στο Λονδίνο. Η νοσταλγική επιθυμία της Όλγας να αποφασίσουν το μεγάλο ταξίδι στη χώρα της διασχίζοντας όλη την Ευρώπη είναι καθοριστικό για τη ζωή τους.
Άφησα πίσω μου χρήματα, καριέρα, τίτλους και πάω στην άλλη άκρη του κόσμου, σ’ ένα μολδαβικό καστρόσπιτο, για χάρη της, για να χαρτογραφήσω κάθε γωνία της νοσταλγίας της, για να μυρίζω κάθε τσάκιση του χάρτη που έχει στη ψυχή της, για να χαθώ μέσα της
Ο Ισίδωρος Ζουργός κατέχει τον απόλυτο έλεγχο στη πολυπρόσωπη μυθοπλασία, την οποία έχει στηρίξει σε στέρεα λογοτεχνικά θεμέλια. Έχει πλάσει τους ήρωές του με ανθρώπινα υλικά, με πλεονεκτήματα και αδυναμίες, και τους κινεί μέσα στον χρόνο με κατευθυνόμενα νήματα, σε μία προδιαγεγραμμένη πορεία, σεβόμενος όμως την ιδιοσυγκρασία τους.
Ο κεντρικός ήρωας μεταμορφώνεται στις διάφορες φάσεις της ζωής του με την πάροδο του χρόνου από Ματίας σε Ματέο ή Ματθαίο, αναζητώντας με αξιοπρέπεια ένα αντίβαρο να ισορροπήσει την προσωπική του ταυτότητα. Ερχόμενος σε επαφή με ανθρώπους διαφορετικών φυλών, αλλάζει αναγκαστικά μάσκες κι ο ίδιος, χωρίς να κάνει εκπτώσεις στη συνείδησή του:
Η διαδρομή της ζωής του διακεκριμένου γιατρού, του μέντικο Ματέο Αλμοσίνο, ακολουθεί μία κυκλική κίνηση με τη μοναχικότητα της επιστήμης και το αναπάντεχο της μοίρας να τον συντροφεύουν. Το οδοιπορικό του στην τότε Ευρώπη είναι μία σημαδιακή πορεία της ψυχής για έναν φρέσκο αέρα μέσα από μία φιλοσοφική αναζήτηση του ανθρώπου και του Θεού.
Τις νύχτες τα μοναστήρια έχουν μία παράξενη σιωπή, λες κι ησυχάζει αυτός ο κόσμος για να αφουγκραστεί τον άλλον.